Πώς κάνω μετάφραση και διόρθωση/επιμέλεια

Θεωρίες και προσεγγίσεις της μετάφρασης και της διόρθωσης/επιμέλειας υπάρχουν πολλές. Σε αυτήν τη σελίδα περιγράφω πώς προσεγγίζω τη μετάφραση και τη διόρθωση/επιμέλεια μετάφρασης. Δεν πρόκειται για πλήρη πραγμάτευση όσων παραγόντων λαμβάνω υπ’ όψιν, αλλά για αδρή αποτύπωση των κυριότερων μελημάτων μου.

Πώς μεταφράζω

Πρωταρχικό μου μέλημα όταν μεταφράζω είναι το στοχευόμενο κοινό –ειδικότερα, η αποδεκτότητα του κειμένου που παράγω ως προς το κοινό του μεταφράσματος. Αυτό σημαίνει ότι οι επιλογές μου καθοδηγούνται από παράγοντες όπως το μορφωτικό επίπεδο και η τεχνική επάρκεια των στοχευόμενων αναγνωστών.

Αφού δεν μεταφράζω λογοτεχνικά ή ιερά κείμενα, δεν χρειάζεται –ούτε πρέπει– να πασχίζω να αποδώσω λεπτά υφολογικά γνωρίσματα του πρωτοτύπου. Αυτό που πρέπει να κάνω είναι να παραγάγω ένα κείμενο που θα κάνει για τους αναγνώστες της γλώσσας προορισμού αυτό που το πρωτότυπο έκανε/κάνει για τους αναγνώστες της γλώσσας αφετηρίας: να πληροφορεί, να εξηγεί, να καθοδηγεί, να διδάσκει, να περιγράφει, να πείθει…

Αυτό συχνά απαιτεί σημαντική απομάκρυνση από την κατά λέξη μετάφραση. Αλλά η πλάγια μετάφραση είναι απολύτως έγκυρη τεχνική –απαραίτητη, αλήθεια– όταν δικαιολογείται «από επάνω»: όταν ο σημασιολογικός ή πραγματολογικός αντίκτυπος διατηρείται, η λεξικογραμματική επιτρέπεται να αποκλίνει. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, πως δεν με ενδιαφέρει η αναζήτηση της «κατάλληλης λέξης». Το αντίθετο, θα έλεγα: Πάντοτε προσπαθώ να χρησιμοποιώ την πιο σύντομη διατύπωση, αρκεί να είναι αποδεκτή. Και όταν υπάρχει ένας μορφολογικά καλοσχηματισμένος και σημασιολογικά διαφανής (άρα άμεσα αποδεκτός) όρος, σχεδόν πάντα προτιμώ αυτόν παρά μια φλύαρη περίφραση –εκτός αν το συγκεκριμένο στοχευόμενο κοινό ή ο πελάτης αναμένει από εμένα να είμαι πιο «περιγραφικός» και αναλυτικός.

Τέλος, θα ήθελα να σημειώσω ότι πάντοτε φροντίζω να κατανοώ επαρκώς αυτό που καλούμαι να μεταφράσω. Αν δεν μπορώ να καταλάβω το θέμα ή τον τρόπο παραγωγής ενός κειμένου, πώς να το μεταφράσω επιτυχώς; Τα λεξικά, οι εγκυκλοπαίδειες και άλλο υλικό αναφοράς, διαδικτυακό ή έντυπο, ελάχιστα μπορούν να συγκαλύψουν την έλλειψη εξοικείωσης με / ειδίκευσης σε ένα αντικείμενο από πλευράς μεταφραστή. Μπορούν να βοηθήσουν στη διαλεύκανση ενός ή δύο προβληματικών σημείων, αλλά δεν μπορούν να σε κάνουν ειδικό: η άγνοιά σου θα διαφαίνεται στο κείμενό σου. Συνεπώς, ποτέ δεν αναλαμβάνω έργα με των οποίων το γνωστικό αντικείμενο ή το κειμενικό είδος δεν είμαι εξοικειωμένος. Αυτό περιορίζει αρκετά το πλήθος των πιθανών πελατών μου και το εισόδημά μου, αλλά σίγουρα μου επιτρέπει να αισθάνομαι σιγουριά για την υψηλή ποιότητα της δουλειάς μου και να προβάλλω με αυτοπεποίθηση το –κάπως πομπώδες– σλόγκαν μου: Υπηρεσίες μετάφρασης για όσους επιζητούν την αριστεία.

Πώς διορθώνω/επιμελούμαι

Πρώτα, ας ξεκαθαρίσω τι εννοώ λέγοντας «επιμέλεια» μετάφρασης και τι εννοώ λέγοντας «διόρθωση»:

  • Η επιμέλεια είναι κυρίως αμφίδρομη: ο επιμελητής διασφαλίζει ότι κάθε μεταφραστική μονάδα έχει μεταφραστεί ορθά –πλήρως και καταλλήλως. Μετά από αυτόν τον «οριζόντιο» έλεγχο ο επιμελητής προβαίνει σε «κατακόρυφο» έλεγχο, επικεντρωνόμενος στο μετάφρασμα, για να διασφαλίσει ότι είναι έτοιμο για δημοσίευση.
  • Η διόρθωση περιορίζεται στο κείμενο προορισμού: ο διορθωτής διασφαλίζει ότι το μετάφρασμα δεν έχει ορθογραφικά ή λεξικογραμματικά λάθη. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι δουλειά τού διορθωτή να ελέγξει αν το πρωτότυπο έχει μεταφραστεί ορθά, αλλά μόνο να ελέγξει αν το μετάφρασμα είναι απαλλαγμένο από σφάλματα γραφής.

Η επιμέλεια είναι αυτή που ζητείται συχνότερα, αν και αρκετά μεταφραστικά γραφεία επιμένουν να την καλούν «διόρθωση» ή «δίγλωσση αναθεώρηση», με τον δεύτερο όρο να είναι ακόμη πιο παραπλανητικός: «αναθεώρηση» σημαίνει είτε επισήμανση των συνολικών αδυναμιών ενός κειμένου (κριτικό ξαναδιάβασμά του) είτε παραγωγή μιας νέας έκδοσης ενός εγγράφου με βελτιώσεις στην ύλη του· δεν αφορά στη διόρθωση των λαθών του, ώστε να είναι έτοιμο για δημοσίευση.

Όπως και να έχει, όταν μου ζητούν να επιμεληθώ μια μετάφραση (προτείνοντας αλλαγές, τις οποίες ο μεταφραστής θα αποδεχθεί ή θα απορρίψει), εστιάζω στη διόρθωση των λαθών («οριζόντιων» ή «κατακόρυφων») παρά στην προσφορά αχρείαστων υφολογικών εναλλακτικών. Αν υπάρχουν προβλήματα συνέπειας/ομοιογένειας στη γραφή του μεταφραστή, βεβαίως τα επισημαίνω και προτείνω αλλαγές, αλλά δεν αλλάζω τη σειρά των λέξεων χωρίς λόγο.

Είναι συχνό φαινόμενο «επιμελητές» να κάνουν κάθε λογής αχρείαστες, αδικαιολόγητες αλλαγές –ίσως επιδιώκοντας να εντυπωσιάσουν τον υπεύθυνο έργου με το πόσο κοπίασαν. Αυτό που προέχει, όμως, δεν είναι το πλήθος των αλλαγών μα η ποιότητά τους. Όταν επιστρέφω σε έναν μεταφραστή ένα κείμενο γεμάτο αλλαγές, φροντίζω να έχω τεκμηριώσει καθεμιά από αυτές –εκτός αν πρόκειται για καταφανείς αβλεψίες, φυσικά. Ρόλος μου ως επιμελητή είναι να διασφαλίσω ότι το μετάφρασμα μπορεί να «υποκαταστήσει» το πρωτότυπο· ότι μπορεί να λειτουργήσει ως κείμενο αυτοτελές, ανεξάρτητα από το πρωτότυπο. Και αυτή είναι η ουσία του ζητήματος: η παραγωγή ενός αυθεντικού κειμένου στη γλώσσα προορισμού, όχι ενός κειμένου που ουσιαστικά παραμένει στη γλώσσα αφετηρίας καίτοι «ενδεδυμένο» με λέξεις της γλώσσας προορισμού.